ονοματογραφια

ονοματογραφια
    ὀνοματογραφία
    ὀνομᾰτο-γρᾰφία
    ἥ записывание имен Sext.

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Смотреть что такое "ονοματογραφια" в других словарях:

  • ὀνοματογραφία — ὀνοματογραφίᾱ , ὀνοματογραφία writing of names fem nom/voc/acc dual ὀνοματογραφίᾱ , ὀνοματογραφία writing of names fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ονοματογραφία — ὀνοματογραφία, ἡ (Α) 1. καταγραφή ονομάτων σε κατάλογο 2. ονομαστικός κατάλογος προσώπων. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὄνομα, ατος + γραφία*] …   Dictionary of Greek

  • ὀνοματογραφίαν — ὀνοματογραφίᾱν , ὀνοματογραφία writing of names fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὀνοματογραφίαις — ὀνοματογραφία writing of names fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • -γραφία — β συνθετικό θηλ. ουσιαστικών τής αρχαίας, μεσαιωνικής και νέας Ελληνικής από τα οποία τα περισσότερα προέρχονται από αντίστοιχα σύνθετα σε γράφος* και δηλώνουν: α) τρόπο γραφής ή εκτυπώσεως (πρβλ. δακτυλογραφία, στενογραφία κ.ά.) β) είδος… …   Dictionary of Greek

  • όνομα — Μέρος του λόγου που διακρίνεται κατά το γένος, τον αριθμό και –στις κλιτές γλώσσες– την πτώση. Ο Πλάτων, ο Αριστοτέλης και οι Στωικοί προσπάθησαν να δώσουν έναν ορισμό του o., στην προσπάθεια τους να κατατάξουν, με βάση ορισμένα λογικά κριτήρια,… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»